Η ψωρίαση είναι μία ασθένεια που χαρακτηρίζεται από δερματικές αλλοιώσεις στο σώμα1-4. Οι αλλοιώσεις αυτές μπορεί να είναι μικρής ή και μεγαλύτερης έκτασης.
Οι ασθενείς με ψωρίαση διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν επιπλέον παθήσεις και να αναπτύξουν μια δεύτερη ή τρίτη ασθένεια5-9. Μία από αυτές, τις λεγόμενες ιατρικές ‘’συννοσηρότητες’’, αποτελεί η ψωριασική αρθρίτιδα.
Η ψωριασική αρθρίτιδα είναι μια χρόνια φλεγμονώδης πάθηση που προσβάλλει πέρα από το δέρμα και τις αρθρώσεις.
Τα συμπτώματά της περιλαμβάνουν πόνο, δυσκαμψία και διόγκωση στις αρθρώσεις και γύρω από αυτές5,10. Η βαρύτητα της ψωρίασης και αυτής των αρθρώσεων συνήθως είναι ανεξάρτητη η μια από την άλλη10. Οι παράγοντες που πιθανώς επηρεάζουν την εμφάνιση της νόσου μπορεί να είναι τόσο γενετικοί όσο και περιβαλλοντικοί11.
Στις περισσότερες περιπτώσεις (84%), οι εκδηλώσεις της ψωρίασης προηγούνται των συμπτωμάτων στις αρθρώσεις κατά σχεδόν μια δεκαετία10
Υπολογίζεται ότι παγκοσμίως περίπου το 2% του γενικού πληθυσμού πάσχει από ψωρίαση ενώ το 0,1% με 0,25% στον πληθυσμό πάσχει από ψωριασική αρθρίτιδα10. Περίπου το 6-42% των ατόμων με ψωρίαση ενδέχεται να αναπτύξει και ψωριασική αρθρίτιδα10 όπου εμφανίζεται συχνότερα σε άτομα ηλικίας μεταξύ 30 και 50 ετών10,12 και προσβάλλει εξίσου άνδρες και γυναίκες10.
Οι παράγοντες κινδύνου ανάπτυξης της ψωριασικής αρθρίτιδας περιλαμβάνουν την παρουσία βλαβών στα νύχια ή στο τριχωτό της κεφαλής, καθώς και την ύπαρξη οικογενειακού ιστορικού ψωρίασης10,13.
Η διάγνωση της ψωριασικής αρθρίτιδας βασίζεται στην κλινική εξέταση από το θεράποντα ιατρό μέσω των τυπικών συμπτωμάτων της ασθένειας, στον εργαστηριακό έλεγχο μέσω απεικονιστικών και αιματολογικών εξετάσεων, καθώς και στην καταγραφή του ιστορικού του ασθενούς με προσωπική συνέντευξη10.
Οι συνέπειες της αποτυχίας διάγνωσης και της μη αποτελεσματικής διαχείρισης της ψωριασικής αρθρίτιδας μπορεί να είναι σοβαρές καθώς αν δεν αντιμετωπιστεί θεραπευτικά μπορεί να προκαλέσει μη αναστρέψιμη βλάβη των αρθρώσεων, σοβαρή αναπηρία και περαιτέρω συννοσηρότητες14-16.
Η θεραπεία της ψωριασικής αρθρίτιδας είναι παρόμοια με αυτήν της ρευματοειδούς αρθρίτιδας και έχει ως στόχο τον έλεγχο της φλεγμονής και την επιβράδυνση της εξέλιξης της νόσου για τη διατήρηση της λειτουργικότητας καθώς και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών17.
Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της ψωριασικής αρθρίτιδας στοχεύουν όπως αναφέρθηκε παραπάνω στην ελάττωση του πόνου, στον περιορισμό της φλεγμονής και της καταστροφής των αρθρώσεων και ανήκουν σε δύο κατηγορίες: τα συμβατικά (κλασικά) συστηματικά φάρμακα, χορηγούμενα είτε από το στόμα ή σε ενέσιμη μορφή και τους βιολογικούς παράγοντες17-18, οι οποίοι χορηγούνται είτε ενδοφλεβίως ή με υποδόριες ενέσεις17-18.
Η έγκαιρη διάγνωση σε συνδυασμό με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή έχουν ως αποτέλεσμα τη διατήρηση της λειτουργικότητας του ασθενούς, την καλύτερη ποιότητα ζωής του όπως επίσης και την αποτροπή σοβαρής αναπηρίας17.
Βιβλιογραφικές αναφορές:
- Rocha-Pereira P et al. Br J Dermatol 2004;150:917–928
- Isha et al. Ind J Clin Biochem 2011;26:309–311
- Ponikowska M et al. J Cachexia Sarcopenia Muscle 2015;6:358–364
- Hall RP. J Investig Derm 1983;80:465–468
- Menter A et al. J Am Acad Dermatol 2008;58:826–850
- Basko-Plluska JL et al. Psoriasis: Targets and Therapy 2012;2:67–76
- Mahil SK et al. Dermatol Clin 2015;33:1–11
- Kurd SK et al. Arch Dermatol 2010;146;891–895
- Wu JJ et al. J Am Acad Dermatol 2012;67:924–930
- Gottlieb A, et al. J Am Acad Dermatol. 2008;58:851-864
- Veale DJ, et al. Lancet. 2018;391(10136):2273–2284
- Garshick et al, Dermatol Clin 33 (2015) 25–39
- Wilson FC, et al. Arthritis Rheum. 2009;61:233-239
- Lloyd P et al. Arthritis. 2012;2012:176298;
- Gladman D et al. Ann Rheum Dis. 2005;64(Suppl 2):ii14-ii17;
- Landells I et al. Skin Ther Lett. 2008;13:4-7
- Van den Bosch F, et al. Lancet. 2018;391(10136):2285–2294
- Mease PJ, et al. Drugs. 2014;74(4):423–441.